Όχληση στα βουλγαρικά
Μετάφραση: όχληση, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
досада, неудобство, неприятност, противообществените прояви, вредни въздействия
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: όχληση
όχληση αναδόχου, όχληση για οριστική παραλαβή, όχληση συνωνυμο, όχληση σημασια, όχληση συνώνυμα, όχληση λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, όχληση στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- όχθη στα βουλγαρικά - банка, банкова, банков, банковата, банката
- όχι στα βουλγαρικά - не, да не, не е, не се
- όχλος στα βουλγαρικά - тълпа, Моб, саморазправа, банда
- όψη στα βουλγαρικά - изглед, гледка, оглед, мнение, поглед
Τυχαίες λέξεις
Όχληση στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: досада, неудобство, неприятност, противообществените прояви, вредни въздействия
Μεταφράσεις: досада, неудобство, неприятност, противообществените прояви, вредни въздействия