Όχληση στα τούρκικα
Μετάφραση: όχληση, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kaygı, tasa, üzüntü, endişe, sıkıntı, rahatsız edici, rahatsızlık, baş belası, bir sıkıntı
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: όχληση
όχληση αναδόχου, όχληση για οριστική παραλαβή, όχληση συνωνυμο, όχληση σημασια, όχληση συνώνυμα, όχληση λεξικό γλώσσας τούρκικα, όχληση στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- όχθη στα τούρκικα - banka, kıyı, Bank, bankası, bankanın
- όχι στα τούρκικα - değil, hiç, yok, değildir, olmayan, değildi
- όχλος στα τούρκικα - takım, çete, Mob, mafya, kalabalık, The Mob
- όψη στα τούρκικα - bakış, manzara, görüş, görünüş, görünüm, GÖRÜNTÜLE, görünümü, ...
Τυχαίες λέξεις
Όχληση στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: kaygı, tasa, üzüntü, endişe, sıkıntı, rahatsız edici, rahatsızlık, baş belası, bir sıkıntı
Μεταφράσεις: kaygı, tasa, üzüntü, endişe, sıkıntı, rahatsız edici, rahatsızlık, baş belası, bir sıkıntı