Όχληση στα ισλανδικά

Μετάφραση: όχληση, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
gremja, óþægindi
Όχληση στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: όχληση

όχληση αναδόχου, όχληση για οριστική παραλαβή, όχληση συνωνυμο, όχληση σημασια, όχληση συνώνυμα, όχληση λεξικό γλώσσας ισλανδικά, όχληση στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • όχθη στα ισλανδικά - banki, bakki, banka, bankinn, Bank, Íslands
  • όχι στα ισλανδικά - nei, ekki, ekki að, ekki í
  • όχλος στα ισλανδικά - Mob, hjó, múgur
  • όψη στα ισλανδικά - útsýni, skoða, View, útlit, sýn
Τυχαίες λέξεις
Όχληση στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: gremja, óþægindi