Όχληση στα ουγγρικά

Μετάφραση: όχληση, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
nyugtalanítás, kellemetlenség, kellemetlen, zavaró, kellemetlenséget, zaklató
Όχληση στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: όχληση

όχληση αναδόχου, όχληση για οριστική παραλαβή, όχληση συνωνυμο, όχληση σημασια, όχληση συνώνυμα, όχληση λεξικό γλώσσας ουγγρικά, όχληση στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • όχθη στα ουγγρικά - földtöltés, érckibukkanás, játékbank, földhányás, bank, persely, csoport, ...
  • όχι στα ουγγρικά - nem, ne, sem, nincs, és nem
  • όχλος στα ουγγρικά - csőcselék, mob, tömeg, maffia
  • όψη στα ουγγρικά - megvilágítás, szempont, kilátás, nézet, néző, kilátással
Τυχαίες λέξεις
Όχληση στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: nyugtalanítás, kellemetlenség, kellemetlen, zavaró, kellemetlenséget, zaklató