Όχληση στα ιταλικά
Μετάφραση: όχληση, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
cruccio, fastidio, seccatura, disturbo, molestia, fastidiosa
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: όχληση
όχληση αναδόχου, όχληση για οριστική παραλαβή, όχληση συνωνυμο, όχληση σημασια, όχληση συνώνυμα, όχληση λεξικό γλώσσας ιταλικά, όχληση στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- όχθη στα ιταλικά - ammucchiare, sponda, banca, riva, ciglione, banco, accatastare, ...
- όχι στα ιταλικά - non, nessuno, no, non è, senza
- όχλος στα ιταλικά - massa, turba, plebe, folla, plebaglia, mob, mafia
- όψη στα ιταλικά - prospettiva, veduta, visuale, vista, apparenza, aspetto, visione, ...
Τυχαίες λέξεις
Όχληση στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: cruccio, fastidio, seccatura, disturbo, molestia, fastidiosa
Μεταφράσεις: cruccio, fastidio, seccatura, disturbo, molestia, fastidiosa