Όχληση στα σουηδικά
Μετάφραση: όχληση, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
olägenhet, olägenheter, besvär, störande, plåga
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: όχληση
όχληση αναδόχου, όχληση για οριστική παραλαβή, όχληση συνωνυμο, όχληση σημασια, όχληση συνώνυμα, όχληση λεξικό γλώσσας σουηδικά, όχληση στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- όχθη στα σουηδικά - strand, bank, kant, banken, bankens
- όχι στα σουηδικά - nej, ingen, inte, ej, inte är, icke, som inte
- όχλος στα σουηδικά - fOLKHOP, mob, mobben, pöbeln, mobb
- όψη στα σουηδικά - utsikt, se, utseende, min, syn, åsyn, visa, ...
Τυχαίες λέξεις
Όχληση στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: olägenhet, olägenheter, besvär, störande, plåga
Μεταφράσεις: olägenhet, olägenheter, besvär, störande, plåga