Ασκητισμός στα γαλλικά
Μετάφραση: ασκητισμός, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
ascèse, ascétisme, l'ascétisme, l'ascèse, ascétique
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ασκητισμός
χριστιανικός ασκητισμός, ασκητισμός λεξικό γλώσσας γαλλικά, ασκητισμός στα γαλλικά
Μεταφράσεις
- ασκητής στα γαλλικά - anachorète, solitaire, reclus, ermite, ascétique, ascète, ascèse, ...
- ασκητικός στα γαλλικά - ascétique, ascète, ascèse, ascétiques, ascétisme
- ασκώ στα γαλλικά - persécuter, utiliser, poursuis, appliquer, effectuer, efforçons, poursuivez, ...
- ασπίδα στα γαλλικά - écran, tampon, voiler, enseigne, polisseur, couverture, protéger, ...
Τυχαίες λέξεις
Ασκητισμός στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: ascèse, ascétisme, l'ascétisme, l'ascèse, ascétique
Μεταφράσεις: ascèse, ascétisme, l'ascétisme, l'ascèse, ascétique