Ασκητισμός στα ιταλικά

Μετάφραση: ασκητισμός, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
ascesi, ascetismo, l'ascetismo, ascetica, l'ascesi
Ασκητισμός στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ασκητισμός

χριστιανικός ασκητισμός, ασκητισμός λεξικό γλώσσας ιταλικά, ασκητισμός στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • ασκητής στα ιταλικά - eremita, solitario, romito, ascetico, asceta, ascetica, ascetic, ...
  • ασκητικός στα ιταλικά - ascetico, asceta, ascetica, ascetic, ascetiche
  • ασκώ στα ιταλικά - adoperare, esercitare, perseguire, inseguire, usare, proseguire, esercizio, ...
  • ασπίδα στα ιταλικά - proteggere, riparare, respingente, scudo, schermare, schermo, proteggere i
Τυχαίες λέξεις
Ασκητισμός στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: ascesi, ascetismo, l'ascetismo, ascetica, l'ascesi