Ασκητισμός στα τούρκικα
Μετάφραση: ασκητισμός, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
sofuluk, asceticism, asketikler, çilecilik
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ασκητισμός
χριστιανικός ασκητισμός, ασκητισμός λεξικό γλώσσας τούρκικα, ασκητισμός στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- ασκητής στα τούρκικα - sofu, münzevi, çileci, ascetic, münzevi bir
- ασκητικός στα τούρκικα - sofu, münzevi, çileci, ascetic, münzevi bir
- ασκώ στα τούρκικα - egzersiz, idman, bir egzersiz, alıştırma, egzersizi
- ασπίδα στα τούρκικα - kalkan, tampon, korumak, korumaya, kalkanı, koruma
Τυχαίες λέξεις
Ασκητισμός στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: sofuluk, asceticism, asketikler, çilecilik
Μεταφράσεις: sofuluk, asceticism, asketikler, çilecilik