Ασκητισμός στα ρωσικά

Μετάφραση: ασκητισμός, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
подвижничество, аскетизм, аскетизма, аскетика, аскеза, аскетизму
Ασκητισμός στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ασκητισμός

χριστιανικός ασκητισμός, ασκητισμός λεξικό γλώσσας ρωσικά, ασκητισμός στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • ασκητής στα ρωσικά - нелюдим, анахорет, затворник, подвижник, отшельник, пустынник, аскет, ...
  • ασκητικός στα ρωσικά - отшельник, подвижник, аскет, воздержанный, аскетический, аскетом, аскетическое
  • ασκώ στα ρωσικά - применять, возбуждать, гнаться, преследовать, напрячь, напрягать, напрячься, ...
  • ασπίδα στα ρωσικά - полировщик, заслонять, экран, буфер, экранировать, осенять, щит, ...
Τυχαίες λέξεις
Ασκητισμός στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: подвижничество, аскетизм, аскетизма, аскетика, аскеза, аскетизму