Ασκητισμός στα εσθονικά
Μετάφραση: ασκητισμός, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
askeetlus, askees, askeetlikkus, asketismi
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ασκητισμός
χριστιανικός ασκητισμός, ασκητισμός λεξικό γλώσσας εσθονικά, ασκητισμός στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- ασκητής στα εσθονικά - erak, eremiit, askeetlik, askeet, askeetliku, askeetlikku, askeetlikud
- ασκητικός στα εσθονικά - askeetlik, askeet, askeetliku, askeetlikku, askeetlikud
- ασκώ στα εσθονικά - kasutama, rakendama, jälitama, püüdlema, taotlema, harjutus, liikumine, ...
- ασπίδα στα εσθονικά - puhver, kilp, kaitsta, kaitsevad, kilbi, eest kaitsta
Τυχαίες λέξεις
Ασκητισμός στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: askeetlus, askees, askeetlikkus, asketismi
Μεταφράσεις: askeetlus, askees, askeetlikkus, asketismi