Ισχυρός στα γαλλικά

Μετάφραση: ισχυρός, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
gros, vigoureux, fort, énergique, costaud, solide, dur, robuste, immense, salement, corsé, rigide, empesé, rude, formidable, cadavre, puissant, puissante, puissants, puissantes, puissance
Ισχυρός στα γαλλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ισχυρός

ισχυρός μαγνήτης, ισχυρός συνώνυμο, ισχυρόσ κλονισμόσ, ισχυρός σεισμός, ισχυρός συνωνυμα, ισχυρός λεξικό γλώσσας γαλλικά, ισχυρός στα γαλλικά

Μεταφράσεις

  • ισχυρογνώμονας στα γαλλικά - chaume, opiniâtre, acharné, entêté, obstiné, endurci, inflexible, ...
  • ισχυρογνώμων στα γαλλικά - acharné, tenace, obstiné, entêté, têtu, opiniâtre, têtue, ...
  • ισχύς στα γαλλικά - validité, légalité, puissance, pouvoir, alimentation, énergie, la puissance
  • ισχύων στα γαλλικά - valable, robuste, valide, gros, solide, courant, actuel, ...
Τυχαίες λέξεις
Ισχυρός στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: gros, vigoureux, fort, énergique, costaud, solide, dur, robuste, immense, salement, corsé, rigide, empesé, rude, formidable, cadavre, puissant, puissante, puissants, puissantes, puissance