Υφαντής στα γαλλικά
Μετάφραση: υφαντής, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
tisserand, tisseur, tisserande, weaver, tisseuse
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υφαντής
υφαντής αθανάσιος, υφαντής θέρμανση, υφαντής δημήτρης, υφαντής υδραυλικά, υφαντής άλογο, υφαντής λεξικό γλώσσας γαλλικά, υφαντής στα γαλλικά
Μεταφράσεις
- υφήλιος στα γαλλικά - pays, humains, humanité, réalité, balle, cosmos, mondial, ...
- υφαίνω στα γαλλικά - tissons, tissent, tresser, ourdir, tisser, tissez, tramer, ...
- υφηγητής στα γαλλικά - conférencier, professeur, chargé de cours, enseignant, maître de conférences
- υφιστάμενος στα γαλλικά - soumettre, accessoire, cadet, inférieur, secondaire, administré, subaigu, ...
Τυχαίες λέξεις
Υφαντής στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: tisserand, tisseur, tisserande, weaver, tisseuse
Μεταφράσεις: tisserand, tisseur, tisserande, weaver, tisseuse