Αλατούχος στα γερμανικά
Μετάφραση: αλατούχος, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
saline, salzig, salzhaltig, Kochsalzlösung, Salz, Salzlösung
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αλατούχος
αλατούχος λεξικό γλώσσας γερμανικά, αλατούχος στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- αλαζόνας στα γερμανικά - anmaßend, hochmütig, arrogant, überheblich, stuffed shirt
- αλατίζω στα γερμανικά - arznei, therapie, heilmittel, kur, kurieren, heilung, heilen, ...
- αλγεινός στα γερμανικά - toll, scheußlich, schmerzhaft, mühsam, schmerzlich, wund, abscheulich, ...
- αλεξίπτωτο στα γερμανικά - fallschirm, Fallschirm, Schirm, parachute
Τυχαίες λέξεις
Αλατούχος στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: saline, salzig, salzhaltig, Kochsalzlösung, Salz, Salzlösung
Μεταφράσεις: saline, salzig, salzhaltig, Kochsalzlösung, Salz, Salzlösung