Αλατούχος στα λευκορωσικά
Μετάφραση: αλατούχος, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
солевы, солевай, салявы
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αλατούχος
αλατούχος λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, αλατούχος στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- αλαζόνας στα λευκορωσικά - напышліва
- αλατίζω στα λευκορωσικά - кукуруза
- αλγεινός στα λευκορωσικά - балючы, хваравіты, балючае, хваравітае, хваравітага
- αλεξίπτωτο στα λευκορωσικά - парашут
Τυχαίες λέξεις
Αλατούχος στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: солевы, солевай, салявы
Μεταφράσεις: солевы, солевай, салявы