Αλατούχος στα πολωνικά

Μετάφραση: αλατούχος, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
solny, słony, solankowy, soli fizjologicznej, roztwór soli, sól fizjologiczna
Αλατούχος στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αλατούχος

αλατούχος λεξικό γλώσσας πολωνικά, αλατούχος στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • αλαζόνας στα πολωνικά - arogancki, butny, koszulka, koszula, koszulę, koszuli, trykotowa
  • αλατίζω στα πολωνικά - wulkanizować, lekarstwo, solić, ozdrowieć, wędzić, uzdrawiać, utwardzanie, ...
  • αλγεινός στα πολωνικά - zaczerwienione, rana, obolały, dotkliwy, obtarcie, ból, przykry, ...
  • αλεξίπτωτο στα πολωνικά - spadochron, spadochronowy, spadochronu, parachute, spadochronem
Τυχαίες λέξεις
Αλατούχος στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: solny, słony, solankowy, soli fizjologicznej, roztwór soli, sól fizjologiczna