Ανοξείδωτος στα γερμανικά
Μετάφραση: ανοξείδωτος, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
fleckenfrei, rostfrei, rostfreiem, rost, aus rostfreiem, rostfreien
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανοξείδωτος
ανοξείδωτος χάλυβας, ανοξείδωτος σωλήνας, ανοξείδωτος πάγκος, ανοξείδωτος νεροχύτης, ανοξείδωτος αποστακτήρας, ανοξείδωτος λεξικό γλώσσας γερμανικά, ανοξείδωτος στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- ανοιχτοχέρης στα γερμανικά - generös, freigebig, freigiebig, freizügig, offene Hand
- ανοιχτός στα γερμανικά - aufmachen, geöffnet, erschließen, eröffnen, übersichtlich, aufschlagen, öffnet, ...
- ανοράκ στα γερμανικά - anorak, Anoraks, Anorak, hosen, Parkas
- ανοσία στα γερμανικά - sicherheit, unanfälligkeit, Immunität, Störfestigkeit, Immunitäts, die Immunität
Τυχαίες λέξεις
Ανοξείδωτος στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: fleckenfrei, rostfrei, rostfreiem, rost, aus rostfreiem, rostfreien
Μεταφράσεις: fleckenfrei, rostfrei, rostfreiem, rost, aus rostfreiem, rostfreien