Ανοξείδωτος στα τσεχικά
Μετάφραση: ανοξείδωτος, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
nerezavějící, nerez, nerezová, nerezové, z nerezové
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανοξείδωτος
ανοξείδωτος χάλυβας, ανοξείδωτος σωλήνας, ανοξείδωτος πάγκος, ανοξείδωτος νεροχύτης, ανοξείδωτος αποστακτήρας, ανοξείδωτος λεξικό γλώσσας τσεχικά, ανοξείδωτος στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- ανοιχτοχέρης στα τσεχικά - velkodušný, velkorysý, štědrý, šlechetný
- ανοιχτός στα τσεχικά - veřejný, nepokrytý, odhalit, rozevřít, volný, přímý, zahájit, ...
- ανοράκ στα τσεχικά - bunda, bundy, větrovky, větrovek, větrovky a bundy, nepromokavé bundy
- ανοσία στα τσεχικά - chráněnost, bezpečnost, nedotknutelnost, odolnost, imunita, imunity, imunitu, ...
Τυχαίες λέξεις
Ανοξείδωτος στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: nerezavějící, nerez, nerezová, nerezové, z nerezové
Μεταφράσεις: nerezavějící, nerez, nerezová, nerezové, z nerezové