Ανοξείδωτος στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: ανοξείδωτος, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
нерѓосувачки, од нерѓосувачки, не'рѓосувачки, од не'рѓосувачки, челик
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανοξείδωτος
ανοξείδωτος χάλυβας, ανοξείδωτος σωλήνας, ανοξείδωτος πάγκος, ανοξείδωτος νεροχύτης, ανοξείδωτος αποστακτήρας, ανοξείδωτος λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, ανοξείδωτος στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- ανοιχτοχέρης στα σλαβομακεδονικά - отворени, отворена, отворен, со отворен, отворено
- ανοιχτός στα σλαβομακεδονικά - отворен, отворена, отворено, отворени, софтвер со отворен
- ανοράκ στα σλαβομακεδονικά - anoraks
- ανοσία στα σλαβομακεδονικά - имунитет, имунитетот, на имунитетот, отпорност, имунитетот на
Τυχαίες λέξεις
Ανοξείδωτος στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: нерѓосувачки, од нерѓосувачки, не'рѓосувачки, од не'рѓосувачки, челик
Μεταφράσεις: нерѓосувачки, од нерѓосувачки, не'рѓосувачки, од не'рѓосувачки, челик