Ασφάλεια στα γερμανικά

Μετάφραση: ασφάλεια, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
kondom, kaution, geborgenheit, bürgschaft, sicherheit, wertschrift, pfand, sicherheitsfaktor, versicherung, Sicherheit, Sicherheits, Security, die Sicherheit
Ασφάλεια στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ασφάλεια

ασφάλεια πληροφοριακών συστημάτων, ασφάλεια στο διαδίκτυο για παιδιά, ασφάλεια στο διαδίκτυο, ασφάλεια ζωής, ασφάλεια αυτοκινήτου, ασφάλεια λεξικό γλώσσας γερμανικά, ασφάλεια στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • ασυντρόφευτος στα γερμανικά - eremit, einzeln, einsiedler, einzig, einsam, asyntrofeftos
  • ασυνόδευτος στα γερμανικά - unerwartete, begleitend, ohne Begleitung, allein, unbegleitete, unbegleiteten, unbegleiteter
  • ασφάλιση στα γερμανικά - versicherung, Versicherung, Versicherungs, Versicherungen, Versicherungs-
  • ασφαλής στα γερμανικά - geschützt, safe, besorgen, panzerschrank, befestigen, zusichern, geldschrank, ...
Τυχαίες λέξεις
Ασφάλεια στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: kondom, kaution, geborgenheit, bürgschaft, sicherheit, wertschrift, pfand, sicherheitsfaktor, versicherung, Sicherheit, Sicherheits, Security, die Sicherheit