Ασφάλεια στα ουκρανικά

Μετάφραση: ασφάλεια, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
захищенні, неприборканий, безпечність, захист, схоронність, охороню, упевненість, безпека, охорона, безпеку, Безпека, безпеки, Безопасность
Ασφάλεια στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ασφάλεια

ασφάλεια πληροφοριακών συστημάτων, ασφάλεια στο διαδίκτυο για παιδιά, ασφάλεια στο διαδίκτυο, ασφάλεια ζωής, ασφάλεια αυτοκινήτου, ασφάλεια λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ασφάλεια στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • ασυντρόφευτος στα ουκρανικά - самотній, asyntrofeftos
  • ασυνόδευτος στα ουκρανικά - несупроводжуваний, не супроводжується, не супроводжував, не супроводжує, не супроводжуються, не супроводжувався
  • ασφάλιση στα ουκρανικά - неприборканий, страхування
  • ασφαλής στα ουκρανικά - доставати, обережний, достати, надійний, холодильник, безпечний, гарантувати, ...
Τυχαίες λέξεις
Ασφάλεια στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: захищенні, неприборканий, безпечність, захист, схоронність, охороню, упевненість, безпека, охорона, безпеку, Безпека, безпеки, Безопасность