Γένος στα γερμανικά
Μετάφραση: γένος, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
sexualität, oberbegriff, geschlecht, gattung, Gattung, Genus, Klasse, Geschlecht
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γένος
γένος ετυμολογία, γένος βατράχων, γένος πιθήκων, γένος παπαγάλων, γένος ορισμός, γένος λεξικό γλώσσας γερμανικά, γένος στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- γέννα στα γερμανικά - ursprung, gebären, geburtsstunde, niederkunft, entbinden, herkunft, geburt, ...
- γέννηση στα γερμανικά - gebären, geburt, herkunft, niederkunft, entbinden, ursprung, geburtsstunde, ...
- γέρικος στα γερμανικά - vorhergehend, dich, vorig, betagt, alt, gerikos
- γέρνω στα γερμανικά - abhang, kurve, knapp, falte, schrägfläche, höchstleistung, ackerbau, ...
Τυχαίες λέξεις
Γένος στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: sexualität, oberbegriff, geschlecht, gattung, Gattung, Genus, Klasse, Geschlecht
Μεταφράσεις: sexualität, oberbegriff, geschlecht, gattung, Gattung, Genus, Klasse, Geschlecht