Γένος στα εσθονικά
Μετάφραση: γένος, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
sugu, perekond, perekonda, perekonna, perekonnast, perekondadesse
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γένος
γένος ετυμολογία, γένος βατράχων, γένος πιθήκων, γένος παπαγάλων, γένος ορισμός, γένος λεξικό γλώσσας εσθονικά, γένος στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- γέννα στα εσθονικά - päritolu, sünnitama, sünd, sündi, sünnist, sünni, sünnitanud
- γέννηση στα εσθονικά - sünnitama, päritolu, sünd, sündi, sünnist, sünni, sünnitanud
- γέρικος στα εσθονικά - vana, gerikos
- γέρνω στα εσθονικά - kallak, looge, kalle, kallutama, kreen, kõhetu, lahja, ...
Τυχαίες λέξεις
Γένος στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: sugu, perekond, perekonda, perekonna, perekonnast, perekondadesse
Μεταφράσεις: sugu, perekond, perekonda, perekonna, perekonnast, perekondadesse