Γένος στα ισλανδικά

Μετάφραση: γένος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
kyn, ættkvíslinni, ættkvísl, Ættkvíslin, ættinni, flokkur
Γένος στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: γένος

γένος ετυμολογία, γένος βατράχων, γένος πιθήκων, γένος παπαγάλων, γένος ορισμός, γένος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, γένος στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • γέννα στα ισλανδικά - burður, fæðing, fæðingu, fæðingartíðni, fæðingarvottorði, ætternis
  • γέννηση στα ισλανδικά - burður, fæðing, fæðingu, fæðingartíðni, fæðingarvottorði, ætternis
  • γέρικος στα ισλανδικά - forn, gamall, gerikos
  • γέρνω στα ισλανδικά - vik, hlíð, beygja, halla, halli, brekka, horaður, ...
Τυχαίες λέξεις
Γένος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: kyn, ættkvíslinni, ættkvísl, Ættkvíslin, ættinni, flokkur