Γένος στα ισπανικά

Μετάφραση: γένος, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
sexualidad, género, géneros, genero, del género, género de
Γένος στα ισπανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: γένος

γένος ετυμολογία, γένος βατράχων, γένος πιθήκων, γένος παπαγάλων, γένος ορισμός, γένος λεξικό γλώσσας ισπανικά, γένος στα ισπανικά

Μεταφράσεις

  • γέννα στα ισπανικά - parto, nacimiento, comienzo, nacer, a luz, de nacimiento
  • γέννηση στα ισπανικά - comienzo, parto, nacimiento, nacer, a luz, de nacimiento
  • γέρικος στα ισπανικά - antiguo, anciano, añejo, añoso, viejo, gerikos
  • γέρνω στα ισπανικά - agachar, plegar, seco, curva, sesgo, declive, cuesta, ...
Τυχαίες λέξεις
Γένος στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: sexualidad, género, géneros, genero, del género, género de