Γένος στα ιταλικά
Μετάφραση: γένος, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
genere, genus, generi, genere di
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γένος
γένος ετυμολογία, γένος βατράχων, γένος πιθήκων, γένος παπαγάλων, γένος ορισμός, γένος λεξικό γλώσσας ιταλικά, γένος στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- γέννα στα ιταλικά - parto, nascita, natività, la nascita, di nascita, alla luce
- γέννηση στα ιταλικά - nascita, natività, parto, la nascita, di nascita, alla luce
- γέρικος στα ιταλικά - anziano, vecchio, antico, gerikos
- γέρνω στα ιταλικά - curvare, scarso, pendenza, svolta, piegarsi, flessione, scarno, ...
Τυχαίες λέξεις
Γένος στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: genere, genus, generi, genere di
Μεταφράσεις: genere, genus, generi, genere di