Διασταλτός στα γερμανικά

Μετάφραση: διασταλτός, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
dilatable, dehnbare, dehnbar, dilatierbare, dilatierbaren
Διασταλτός στα γερμανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διασταλτός

διασταλτός λεξικό γλώσσας γερμανικά, διασταλτός στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • διασπώ στα γερμανικά - ablenken, spalten, rive
  • διαστέλλω στα γερμανικά - erweitern, dehnen, dilatieren, erweitern sich, weiten sich
  • διασταύρωση στα γερμανικά - straßenkreuzung, knotenpunkt, abzweig, verbindung, kreuzung, anschluss, verzweigungsstelle, ...
  • διαστολή στα γερμανικά - entwicklung, vergrößerung, erweiterung, ausdehnung, expansion, ausweitung, Erweiterung, ...
Τυχαίες λέξεις
Διασταλτός στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: dilatable, dehnbare, dehnbar, dilatierbare, dilatierbaren