Διασταλτός στα ιταλικά

Μετάφραση: διασταλτός, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
dilatabile, dilatabili
Διασταλτός στα ιταλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διασταλτός

διασταλτός λεξικό γλώσσας ιταλικά, διασταλτός στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • διασπώ στα ιταλικά - distrarre, rive
  • διαστέλλω στα ιταλικά - ampliare, dilatare, dilatarsi, dilatano, dilatare i, dilatazione
  • διασταύρωση στα ιταλικά - unione, giunzione, giuntura, svincolo, bivio, di giunzione, nodo
  • διαστολή στα ιταλικά - espansione, allargamento, ingrandimento, ampliamento, di espansione, l'espansione, dilatazione, ...
Τυχαίες λέξεις
Διασταλτός στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: dilatabile, dilatabili