Διασταλτός στα φινλανδικά

Μετάφραση: διασταλτός, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
dilatable
Διασταλτός στα φινλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διασταλτός

διασταλτός λεξικό γλώσσας φινλανδικά, διασταλτός στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • διασπώ στα φινλανδικά - vaivata, häiritä, rive, nii, dentaa
  • διαστέλλω στα φινλανδικά - paisuttaa, täsmentää, laventaa, laajeta, laajentaa, dilate, laajentavat, ...
  • διασταύρωση στα φινλανδικά - yhteys, yhdistäminen, liittymäkohta, risteys, liittymä, liitoskohta, risteyksessä, ...
  • διαστολή στα φινλανδικά - laajentuminen, laajeneminen, jatke, pöhötys, laajennus, laajentamiseen, laajentaminen, ...
Τυχαίες λέξεις
Διασταλτός στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: dilatable