Εμβολιασμός στα γερμανικά
Μετάφραση: εμβολιασμός, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
impfung, veredelnd, Impfung, Impfungen, der Impfung, die Impfung
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εμβολιασμός
εμβολιασμός γάτας, εμβολιασμός μουριάς, εμβολιασμός αμπελιού, εμβολιασμός αμυγδαλιάς, εμβολιασμός λεμονιάς, εμβολιασμός λεξικό γλώσσας γερμανικά, εμβολιασμός στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- εμβολίζω στα γερμανικά - ramme, sturmbock, rammbär, widder, schafsbock, rammen, anstoßen, ...
- εμβολιάζω στα γερμανικά - impfen, einimpfen, Raufaser, ingrain, Rauhfaser, verwurzeln
- εμβροντησία στα γερμανικά - stumpfheit, verblüffung, erstaunen, überraschung, schock, Benommenheit, Stupor, ...
- εμβρόντητος στα γερμανικά - sprachlos, betäubt, fassungslos, benommen, verblüfft, erstaunt
Τυχαίες λέξεις
Εμβολιασμός στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: impfung, veredelnd, Impfung, Impfungen, der Impfung, die Impfung
Μεταφράσεις: impfung, veredelnd, Impfung, Impfungen, der Impfung, die Impfung