Εμβολιασμός στα κροατικά
Μετάφραση: εμβολιασμός, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
cijepljenje, cijepljenja, vakcinacija, cjepivo, cijepljenju
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εμβολιασμός
εμβολιασμός γάτας, εμβολιασμός μουριάς, εμβολιασμός αμπελιού, εμβολιασμός αμυγδαλιάς, εμβολιασμός λεμονιάς, εμβολιασμός λεξικό γλώσσας κροατικά, εμβολιασμός στα κροατικά
Μεταφράσεις
- εμβολίζω στα κροατικά - ovan, embolizirati
- εμβολιάζω στα κροατικά - kalemiti, okorio, bojen prije prerade
- εμβροντησία στα κροατικά - omama, ošamućenost, čuđenje, ukočenost, divljenje, stupor, mrtvilo, ...
- εμβρόντητος στα κροατικά - nijem, zanijemio, ćudljiv, zapanjen, zapanjeni, stunned, je iznenadio, ...
Τυχαίες λέξεις
Εμβολιασμός στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: cijepljenje, cijepljenja, vakcinacija, cjepivo, cijepljenju
Μεταφράσεις: cijepljenje, cijepljenja, vakcinacija, cjepivo, cijepljenju