Εμβολιασμός στα πολωνικά

Μετάφραση: εμβολιασμός, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
posiew, zaszczepienie, szczepienie, inokulacja, szczepienia, szczepień, szczepionka, szczepieniu
Εμβολιασμός στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εμβολιασμός

εμβολιασμός γάτας, εμβολιασμός μουριάς, εμβολιασμός αμπελιού, εμβολιασμός αμυγδαλιάς, εμβολιασμός λεμονιάς, εμβολιασμός λεξικό γλώσσας πολωνικά, εμβολιασμός στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • εμβολίζω στα πολωνικά - baran, rozbijać, nurnik, taran, bijak, taranować, tryk, ...
  • εμβολιάζω στα πολωνικά - zaszczepiać, zaszczepić, szczepić, zakorzeniony, ingrain, wyciskać piętno, trwale farbować
  • εμβροντησία στα πολωνικά - zdziwienie, osłupienie, zesztywnienie, otępienie, zamroczenie, odrętwienie, zdumienie, ...
  • εμβρόντητος στα πολωνικά - milczący, niemy, ogłuszony, oszołomiony, oszołomieni, ogłuszone, oszołomiona
Τυχαίες λέξεις
Εμβολιασμός στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: posiew, zaszczepienie, szczepienie, inokulacja, szczepienia, szczepień, szczepionka, szczepieniu