Εμβολιασμός στα ισπανικά

Μετάφραση: εμβολιασμός, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
injerto, vacunación, la vacunación, de vacunación, vacuna, vacunación de
Εμβολιασμός στα ισπανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εμβολιασμός

εμβολιασμός γάτας, εμβολιασμός μουριάς, εμβολιασμός αμπελιού, εμβολιασμός αμυγδαλιάς, εμβολιασμός λεμονιάς, εμβολιασμός λεξικό γλώσσας ισπανικά, εμβολιασμός στα ισπανικά

Μεταφράσεις

  • εμβολίζω στα ισπανικά - carnero, espolón, embolizado, embolizada, embolizadas, emboliza, embolizó
  • εμβολιάζω στα ισπανικά - inocular, vacunar, arraigar, ingrain, arraigo de, imbricar, arraigado
  • εμβροντησία στα ισπανικά - pasmo, estupor, asombro, sopor, el estupor, de estupor, letargo
  • εμβρόντητος στα ισπανικά - mudo, aturdido, atontado, sorprendido, aturdidos, asombrado
Τυχαίες λέξεις
Εμβολιασμός στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: injerto, vacunación, la vacunación, de vacunación, vacuna, vacunación de