Εύθρυπτος στα γερμανικά
Μετάφραση: εύθρυπτος, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
bröcklig, bröckelig, krümelig, mürbe, brüchig, brüchigen
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εύθρυπτος
εύθρυπτος λεξικό γλώσσας γερμανικά, εύθρυπτος στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- εύθικτος στα γερμανικά - anfällig, empfindlich, empfänglich, übelnehmerisch, zickig, reizbar, heikles, ...
- εύθραυστος στα γερμανικά - schwach, brüchig, spröde, zerbrechlich, gebrechlich, spröden, spröder, ...
- εύθυμος στα γερμανικά - fidel, froh, homosexuell, schwul, schwule, spielerisch, verspielt, ...
- εύκαμπτος στα γερμανικά - geschmeidig, fügsam, anpassungsfähig, gefügig, flexibel, biegsam, folgsam, ...
Τυχαίες λέξεις
Εύθρυπτος στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: bröcklig, bröckelig, krümelig, mürbe, brüchig, brüchigen
Μεταφράσεις: bröcklig, bröckelig, krümelig, mürbe, brüchig, brüchigen