Εύθρυπτος στα ισλανδικά

Μετάφραση: εύθρυπτος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
molna, sem molna, auðmulið, molna ekki, sem molna ekki
Εύθρυπτος στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εύθρυπτος

εύθρυπτος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, εύθρυπτος στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • εύθικτος στα ισλανδικά - touchy, snöggan
  • εύθραυστος στα ισλανδικά - brothættur, brothætt, stökkt, stökkar, stökkur, stökkir
  • εύθυμος στα ισλανδικά - glaður, gleðilegra, kátur, í góðu skapi, Merry, góðu skapi
  • εύκαμπτος στα ισλανδικά - beygjanlegur, sveigjanleg, sveigjanlegt, sveigjanlegur, sveigjanlegri, sveigjanlega
Τυχαίες λέξεις
Εύθρυπτος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: molna, sem molna, auðmulið, molna ekki, sem molna ekki