Εύθρυπτος στα τούρκικα
Μετάφραση: εύθρυπτος, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
gevrek, oynak, ufalanabilir, kırılgan, Dökme
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εύθρυπτος
εύθρυπτος λεξικό γλώσσας τούρκικα, εύθρυπτος στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- εύθικτος στα τούρκικα - alıngan, hassas, hassas bir, touchy, dokunaklı
- εύθραυστος στα τούρκικα - gevrek, zayıf, hafif, kırılgan, kırılgandır, kırılgan bir
- εύθυμος στα τούρκικα - neşeli, keyifli, şen, mutlu, şenlikli
- εύκαμπτος στα τούρκικα - esnek, esnek bir, esnektir, bükülgen
Τυχαίες λέξεις
Εύθρυπτος στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: gevrek, oynak, ufalanabilir, kırılgan, Dökme
Μεταφράσεις: gevrek, oynak, ufalanabilir, kırılgan, Dökme