Ικεσία στα γερμανικά
Μετάφραση: ικεσία, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
gebet, bitte, Flehen, Gebet, Bittgebet, Bitten, supplication
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ικεσία
ικεσία στην αρχαία ελλάδα, ικεσία στην αρχαιότητα, ικεσία στην ιλιάδα, ικεσία ορισμός, ικεσία βικιπαίδεια, ικεσία λεξικό γλώσσας γερμανικά, ικεσία στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- ικανός στα γερμανικά - tüchtig, fähig, kompetent, bewandert, klug, gekonnt, geschickt, ...
- ικανότητα στα γερμανικά - befähigung, beschlagenheit, vermögen, eignung, kraft, kunstfertigkeit, fähigkeit, ...
- ικετεύω στα γερμανικά - anflehen, flehen, betteln, bitten, Grundk, beg, Anfanges
- ικρίωμα στα γερμανικά - gerüst, schafott, galgen, baugerüst, Gerüst, Schafott, Gerüsts
Τυχαίες λέξεις
Ικεσία στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: gebet, bitte, Flehen, Gebet, Bittgebet, Bitten, supplication
Μεταφράσεις: gebet, bitte, Flehen, Gebet, Bittgebet, Bitten, supplication