Ικεσία στα σουηδικά
Μετάφραση: ικεσία, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
bön, supplication, åkallan, åkalla, ödmjuk bön
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ικεσία
ικεσία στην αρχαία ελλάδα, ικεσία στην αρχαιότητα, ικεσία στην ιλιάδα, ικεσία ορισμός, ικεσία βικιπαίδεια, ικεσία λεξικό γλώσσας σουηδικά, ικεσία στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- ικανός στα σουηδικά - kapabel, duktig, skicklig, duglig, kunna, kan, möjlighet, ...
- ικανότητα στα σουηδικά - skicklighet, fallenhet, förmåga, förmågan, möjlighet, möjligheten, möjligheter
- ικετεύω στα σουηδικά - tigga, bettla, beg, början, i början
- ικρίωμα στα σουηδικά - schavott, galge, byggnadsställning, scaffold, schavotten, ställnings, klätterställning
Τυχαίες λέξεις
Ικεσία στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: bön, supplication, åkallan, åkalla, ödmjuk bön
Μεταφράσεις: bön, supplication, åkallan, åkalla, ödmjuk bön