Ικεσία στα φινλανδικά

Μετάφραση: ικεσία, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
vetoomus, rukous, anomisella, rukoukseni, rukouksensa, anomisessa
Ικεσία στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ικεσία

ικεσία στην αρχαία ελλάδα, ικεσία στην αρχαιότητα, ικεσία στην ιλιάδα, ικεσία ορισμός, ικεσία βικιπαίδεια, ικεσία λεξικό γλώσσας φινλανδικά, ικεσία στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • ικανός στα φινλανδικά - kyvykäs, kykenevä, erikoistuntija, pätevä, etevä, hyvä, näppärä, ...
  • ικανότητα στα φινλανδικά - hyväkuntoisuus, taitavuus, sopiminen, kyvykkyys, taito, kyky, taidot, ...
  • ικετεύω στα φινλανδικά - ruinata, mankua, pyytää, vedota, anoa, rukoilla, kinuta, ...
  • ικρίωμα στα φινλανδικά - hirsipuu, lava, rakennustelineet, rakennusteline, tukirakenteen, telineen, tukirakenne
Τυχαίες λέξεις
Ικεσία στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: vetoomus, rukous, anomisella, rukoukseni, rukouksensa, anomisessa