Κατανέμω στα γερμανικά

Μετάφραση: κατανέμω, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
zuteilen, zugeteilt, ration, zuteilung, Ration, Verhältnis
Κατανέμω στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κατανέμω

κατανέμω συνώνυμα, κατανέμω κλίση, κατανέμω συνώνυμο, κατανέμω αγγλικα, κατανέμω λεξικό γλώσσας γερμανικά, κατανέμω στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • καταμετρώ στα γερμανικά - zusammenrechnen, kerbholz, übereinstimmen, zähler, summieren, berechnung, korrespondieren, ...
  • κατανάλωση στα γερμανικά - zusammenfassung, konsum, verbrauch, Verbrauch, Konsum, Verzehr, Verbrauchs
  • καταναλωτής στα γερμανικά - verbraucher, konsument, Verbraucher, Konsum, Consumer, der Verbraucher
  • καταναλώνω στα γερμανικά - fressen, verbrauchen, schlucken, konsumieren, verzehren, verbraucht, zu konsumieren
Τυχαίες λέξεις
Κατανέμω στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: zuteilen, zugeteilt, ration, zuteilung, Ration, Verhältnis