Κατράμι στα γερμανικά
Μετάφραση: κατράμι, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
seefahrer, seemann, teer, Pech, Tonhöhe, Steigung, Platz, Tonlage
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κατράμι
κατράμι σημαίνει, κατράμι λεξικό γλώσσας γερμανικά, κατράμι στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- κατοχή στα γερμανικά - beschäftigung, ballbesitz, monomanie, okkupation, tätigkeit, besitz, berufstätigkeit, ...
- κατοχυρώνω στα γερμανικά - schutzeinrichtung, sicherung, schützen, schutz, verteidigen, schutzvorrichtung, sichern, ...
- κατρακυλώ στα γερμανικά - fall, sturz, wasserglas, Lot, Senkblei, stürzen, sinken, ...
- κατσάδα στα γερμανικά - zankend, zurechtweisung, röstend, tadel, tirade, scheltend, Schelte, ...
Τυχαίες λέξεις
Κατράμι στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: seefahrer, seemann, teer, Pech, Tonhöhe, Steigung, Platz, Tonlage
Μεταφράσεις: seefahrer, seemann, teer, Pech, Tonhöhe, Steigung, Platz, Tonlage