Κατσουφιάζω στα γερμανικά
Μετάφραση: κατσουφιάζω, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
lour
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κατσουφιάζω
κατσουφιάζω λεξικό γλώσσας γερμανικά, κατσουφιάζω στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- κατσαρώνω στα γερμανικά - ring, locke, rolle, kringel, windung, kräuseln, frizz, ...
- κατσικάκι στα γερμανικά - kid, kind, gör, bursche, ziegenleder, junge, Kind, ...
- κατωτερότητα στα γερμανικά - minderwertigkeit, Unterlegenheit, Minderwertigkeit, Minderwertigkeits
- κατόπιν στα γερμανικά - anschließend, später, hierauf, nach, nachdem, nach dem, nach der
Τυχαίες λέξεις
Κατσουφιάζω στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: lour
Μεταφράσεις: lour