Κατσουφιάζω στα φινλανδικά
Μετάφραση: κατσουφιάζω, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
tuijottaa, alempana, lour, ala-, matalampi
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κατσουφιάζω
κατσουφιάζω λεξικό γλώσσας φινλανδικά, κατσουφιάζω στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- κατσαρώνω στα φινλανδικά - roottori, kiemura, käppyrä, tela, kääryle, rulla, käärö, ...
- κατσικάκι στα φινλανδικά - mukula, napero, ipana, kili, tenava, kakara, poika, ...
- κατωτερότητα στα φινλανδικά - alemmuus, huonommuus, alempiarvoisuus, alemmuudesta, inferiority
- κατόπιν στα φινλανδικά - jälkikäteen, myöhemmin, jälkeen, sitten, sen jälkeen, kuluttua
Τυχαίες λέξεις
Κατσουφιάζω στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: tuijottaa, alempana, lour, ala-, matalampi
Μεταφράσεις: tuijottaa, alempana, lour, ala-, matalampi