Κατσουφιάζω στα ισλανδικά

Μετάφραση: κατσουφιάζω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
lour
Κατσουφιάζω στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κατσουφιάζω

κατσουφιάζω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, κατσουφιάζω στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • κατσαρώνω στα ισλανδικά - frizz
  • κατσικάκι στα ισλανδικά - krakki, Kid, barn, strákurinn, strákur
  • κατωτερότητα στα ισλανδικά - inferiority, Meðferðarárangur
  • κατόπιν στα ισλανδικά - eftir, eftir að, þegar, á eftir
Τυχαίες λέξεις
Κατσουφιάζω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: lour