Κατσουφιάζω στα κροατικά
Μετάφραση: κατσουφιάζω, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
mrgođenje, mrko pogledati, mrštiti, mrštiti se, mrko
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κατσουφιάζω
κατσουφιάζω λεξικό γλώσσας κροατικά, κατσουφιάζω στα κροατικά
Μεταφράσεις
- κατσαρώνω στα κροατικά - kovrčica, sitnog kovrèanja, kovrča, sitnog kovrčanja, cvrčati
- κατσικάκι στα κροατικά - klinac, udaranje, dijete, mali, dječak, jare
- κατωτερότητα στα κροατικά - inferiornost, inferiornosti, manje vrijednosti, podređenost, inferirornost
- κατόπιν στα κροατικά - naknadno, potom, nakon, kasniji, nakon što, poslije, po
Τυχαίες λέξεις
Κατσουφιάζω στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: mrgođenje, mrko pogledati, mrštiti, mrštiti se, mrko
Μεταφράσεις: mrgođenje, mrko pogledati, mrštiti, mrštiti se, mrko