Κτήριο στα γερμανικά

Μετάφραση: κτήριο, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
bauwerk, errichtung, gebäude, erstellung, bauen, bau, konstruktion, Gebäude, Bau, Gebäudes
Κτήριο στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κτήριο

κτίριο δοξιάδη, κτίριο διοίκησης τράπεζας 'alpha bank', κτίριο ορθογραφία, κτίριο 56, κτήριο οδού πειραιώς, κτήριο λεξικό γλώσσας γερμανικά, κτήριο στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • κτήμα στα γερμανικά - eigenschaft, besitz, attribut, grundstück, eigentum, Nachlass, Gut, ...
  • κτήνος στα γερμανικά - vieh, biest, untier, tierisch, monster, kreatur, scheusal, ...
  • κτήση στα γερμανικά - domäne, definitionsbereich, besitz, wissensgebiet, kugel, sphäre, bereich, ...
  • κτήτορας στα γερμανικά - besitzerin, besitzer, inhaber, eigentümer, Eigentümer, Besitzer, Inhaber, ...
Τυχαίες λέξεις
Κτήριο στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: bauwerk, errichtung, gebäude, erstellung, bauen, bau, konstruktion, Gebäude, Bau, Gebäudes