Κυμαίνομαι στα γερμανικά
Μετάφραση: κυμαίνομαι, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
schwanken, fluktuieren, schwankt, Schwankungen
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κυμαίνομαι
κυμαίνομαι συνώνυμο, κυμαίνομαι συνώνυμα, κυμαίνομαι λεξικό γλώσσας γερμανικά, κυμαίνομαι στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- κυλώ στα γερμανικά - aufrollen, aufwickeln, schlamm, strömen, walze, roulade, liste, ...
- κυμάτισμα στα γερμανικά - sprudeln, rieseln, brummspannung, plätschern, dahinplätschern, kräuselung, oberwelle, ...
- κυματισμός στα γερμανικά - sprudeln, dahinplätschern, brummspannung, rieseln, oberwelle, plätschern, kräuselung, ...
- κυνήγι στα γερμανικά - treibjagd, jagend, jagen, schasse, jagd, suche, Jagd, ...
Τυχαίες λέξεις
Κυμαίνομαι στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: schwanken, fluktuieren, schwankt, Schwankungen
Μεταφράσεις: schwanken, fluktuieren, schwankt, Schwankungen