Κυμαίνομαι στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: κυμαίνομαι, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
врти, флуктуираат, флуктуира, се врти, се променат
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κυμαίνομαι
κυμαίνομαι συνώνυμο, κυμαίνομαι συνώνυμα, κυμαίνομαι λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, κυμαίνομαι στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- κυλώ στα σλαβομακεδονικά - ролна, се тркалаат, тек, тркалаат, ролка
- κυμάτισμα στα σλαβομακεδονικά - брановидна, брановидни, разбрануваните, брановидно, бранувањето
- κυματισμός στα σλαβομακεδονικά - тресење
- κυνήγι στα σλαβομακεδονικά - ловот, лов, ловството, ловечки, лов на
Τυχαίες λέξεις
Κυμαίνομαι στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: врти, флуктуираат, флуктуира, се врти, се променат
Μεταφράσεις: врти, флуктуираат, флуктуира, се врти, се променат