Κυμαίνομαι στα σουηδικά
Μετάφραση: κυμαίνομαι, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
fluktuera, fluktuerar, variera, varierar, att fluktuera
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κυμαίνομαι
κυμαίνομαι συνώνυμο, κυμαίνομαι συνώνυμα, κυμαίνομαι λεξικό γλώσσας σουηδικά, κυμαίνομαι στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- κυλώ στα σουηδικά - ström, lista, förteckning, register, dy, slam, rulle, ...
- κυμάτισμα στα σουηδικά - krusa, vågig, vågiga, vågigt, wavy, vågformad
- κυματισμός στα σουηδικά - krusa, vågighet, vågformighet, undulation, vågrörelse, vågformiga bildningarna
- κυνήγι στα σουηδικά - jakt, jakten, jaga
Τυχαίες λέξεις
Κυμαίνομαι στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: fluktuera, fluktuerar, variera, varierar, att fluktuera
Μεταφράσεις: fluktuera, fluktuerar, variera, varierar, att fluktuera