Κυμαίνομαι στα πορτογαλικά

Μετάφραση: κυμαίνομαι, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
flutuar, flutuam, variar, oscilar, oscilam
Κυμαίνομαι στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κυμαίνομαι

κυμαίνομαι συνώνυμο, κυμαίνομαι συνώνυμα, κυμαίνομαι λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, κυμαίνομαι στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • κυλώ στα πορτογαλικά - rolo, raia, pãozinho, volver, riacho, enrolar, corrente, ...
  • κυμάτισμα στα πορτογαλικά - ondulado, ondulada, ondulados, onduladas
  • κυματισμός στα πορτογαλικά - ondulação, undulation, ondulações, de ondulação, ondulação de
  • κυνήγι στα πορτογαλικά - caça, de caça, a caça, da caça, caçar
Τυχαίες λέξεις
Κυμαίνομαι στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: flutuar, flutuam, variar, oscilar, oscilam